Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Για τις καταγγελίες, τα παράπονά και τις απόψεις σας στείλτε μήνυμα στο NEO E-Mail: theofilosproto@gmail.com

Δευτέρα 25 Ιουνίου 2018

ΣΑΛΑΜΙΝΑ. Η ΦΩΤΙΣΜΕΝΗ ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΚΟΛΟΜΒΙΑΣ


Γράφει ο Αχιλλέας Μπιθιζής

Το 1983 όταν άρχισα την έρευνα για την ιστορία της Σαλαμίνας και συγκέντρωνα σπάνια και δυσεύρετα στοιχεία, κάποια μέτρα που ήμουνα στην Εθνική Βιβλιοθήκη, στην Αθήνα και καθώς ερευνούσα κάποια πράγματα στην Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, ανακάλυψα πως στην Κολομβία υπήρχε μια πόλη που την ονόμαζαν «Σαλαμίνα».
Αμέσως στο μυαλό μου έκανα τη σκέψη πως κάποιος ή κάποιοι Σαλαμίνιοι ναυτικοί πριν από πολλά χρόνια θα ξέμειναν σ' αυτά τα μέρη και σε ανάμνηση της αγαπημένης τους πατρίδας έδωσαν στον τόπο όπου τελικά αποφάσισαν να μείνουν, το όνομα Σαλαμίνα, όπως ακριβώς είχε κάνει πριν από τρείς χιλιάδες περίπου χρόνια ένας άλλος Σαλαμίνιος, ο Τεύκρος, ο αδελφός του Αίαντα μετά το τέλος του Τρωικού πολέμου, όταν εξορίστηκε από τον πατέρα του Τελαμώνα και πήγε να κατοικήσει στην Κύπρο.
Τα πράγματα όμως δεν ήταν έτσι όπως τα σκέφτηκα. Τώρα μετά από τριάντα τέσσερα χρόνια, μου δίνεται η ευκαιρία να σας γράψω με την πένα μου και να σας περιγράψω γιατί ονομάστηκε αυτή η πόλη «Σαλαμίνα», ποιοι την ίδρυσαν και ποια είναι η ιστορία της.
Με τη ναυμαχία της Σαλαμίνας το 480 π.Χ. καταγράφηκε η ενδοξότερη σελίδα της αρχαίας Ελληνικής ιστορίας, της επιτυχημένης απόκρουσης της Περσικής επίθεσης. Η νίκη αυτή ήταν αιώνια, ήταν ένας θρίαμβος του πολιτισμού. Ο περσικός στόλος κατατροπώθηκε. Η Σαλαμίνα το στολίδι της Ελλάδας έγινε παγκόσμιο σύμβολο. Αυτό υποκίνησε μια ομάδα ανθρώπων το 1825 να δώσουν το όνομα «Σαλαμίνα» σε ένα καινούριο χωριό που ίδρυσαν τότε στην Κολομβία.

Το χωριό αυτό, η Σαλαμίνα, ιδρύθηκε από τους Φερμίν Λόπες (Fermin Lopez), Πάμπλο Λόπες (Pablo Lopez), Μανουέλ Λόπες (Manuel Lopez), Χουάν Χοσέ Οσπίνα (Juan Jose Ospina), Κάρλος Χολγίν (Carlos Holguin), Φρανθίσκο Βελάσκεθ (Francisco Velasquez), Νικολάς και Αντόνιο Γκόμες Θουλουάγα (Nicolas γ Antonio Gomez Zuluaga), καθώς και από άλλες προσωπικότητες αναγνωρισμένες και σεβαστές από την κοινότητα. Είναι παρομοίως γνωστό πως ένα μεγάλο μέρος των ιδρυτών της Σαλαμίνας το αποτελούσαν
γυναίκες όπως η Άννα Χοσέφα Γκαρθία (Αnna Josefa Garcia), η Τρινιδάδ Αλβαρές Μέσα (Trinidad Alvarez Mesa, η Μικαέλα Ντελνάδο (Micaela Deigado), η Μανουέλα Βίγια(Manuela Villa) καθώς και άλλες.
Η Σαλαμίνα έκανε την εμφάνισή της επισήμως στις 8 Ιουνίου του 1825 με εκτελεστικό διάταγμα υπογεγραμμένο από τον Στρατηγό Φρανθίσκο ντε Πάουλο Σαντανδέρ (Franscisco de Paula Santander), Αντιπρόεδρο της Δημοκρατίας.
Έτσι ονομάζεται λοιπόν η πόλη που ιδρύθηκε το 1825 σε ένα μακρινό παρακλάδι της οροσειράς των Άνδεων από μια χούφτα αγροτών, με διοικητή τον Φερμίν Λόπες (Fermin Lopez) φημισμένο εξερευνητή νέων τόπων, ύστερα από ένα μακρύ και τολμηρό πέρασμα ανάμεσα σε βουνά και κοιλά-
δες.
Από την Σαλαμίνα έφυγαν για διαφορετικούς προορισμούς οι ιδρυτές της Φιλαδέλφειας, Νέϊρα, Σάντα Ρόζα ντε Καβάλ, Μανιθάλες, Αρανθάθου, Πενσυλβανία, Σαν Φέλιξ, γι’ αυτό και η Σαλαμίνα ονομάστηκε δικαιολογημένα «Μητέρα των Λαών». Είκοσι εννιά χρόνια αργότερα, το 1854, το Τάγμα της Σαλαμίνας οδηγημένο από τον θρυλικό πολεμιστή, Μπραούλιο Χανάο, διέσχισε νικηφόρα το σημείο του Μπόσα, και συνεισέφερε αποφασιστικά στο να απομακρυνθεί η δικτατορία του Μέλο.
Το χωριουδάκι είχε αρχίσει να επεκτείνεται γύρω από την κεντρική, ιστορική και όμορφη πλατεία, και έμεινε λατρεμένο για το περίτεχνο παριζιάνικο σιντριβάνι και για τον Ρομπλέδο, τον ντόπιο ποιητή.
Η Σαλαμίνα είναι ένα γραφικό χωριό με ευθείς και στενούς δρόμους που από πολύ παλιά είχαν ονόματα ηρώων και μαχών, με τυπικά σπίτια από τον αποικισμό «χώρα» με ισπανικά ήθη και έθιμα με μεγάλες φωτεινές μαρκίζες, τυπικές της φιλοξενίας του λαού. Σκαρφαλωμένη σε μεγάλο ύψος πάνω σε ένα επικλινές οροπέδιο, η Σαλαμίνα διατηρεί καλά τα στοιχεία της μέσα από το πέρασμα του 19ου αιώνα, χιονισμένη από τον καθάριο ουρανό, διαυγής λαμπερή μέσα στις ατελείωτες λιακάδες της, τις έναστρες νύχτες της και με ένα ήπιο κλίμα για την ηρεμία του πνεύματος.
Οι κάτοικοί της περισσότερο ταξικοί και όχι ρατσιστές, νωρίς στην χαραυγή της ιστορίας του μικρού χωριού, πήραν στα χέρια τους τα όπλα, πιθανόν ως απάντηση στην πίεση και την ιμπεριαλιστική διάθεση των ορεσίβιων. Σήμερα είναι φιλήσυχο: αγροτοκαλλιεργητές και οξυδερκείς έμποροι με ιδιαίτερη κλίση στις καλές τέχνες.
Το 1987 ιδρύθηκε ο λογοτεχνικός κύκλος «La Tertulia Literaria» και η Τράπεζα της Σαλαμίνας. Έργα διάνοιας και προόδου φανερώνουν οι δύο αυτές φωτεινές στιγμές στην ιστορία της πόλης. Το 1844 είχε πλέον γεννηθεί η Σαλαμίνια Αγριπίνα η «Μούσα του Τεκεντάμα», που περιέγραφε με σφρίγος και ευφράδεια τα ιδανικά, τη φυσική ομορφιά καιπου σε διάφορα παραθέματα της λυρικής καστελιάνικης ποίησης εγκωμιάζεται από τον Βαλέρα, τον Πόμπο, τον Γκόμεζ Ρεστρέπο και την Μάϊα, καθώς αποκατάστησε την γυναικεία αξιοπρέπεια στην Ισπανία της Αμερικής. Μετά από αυτήν ήρθαν η Χουάνα Μπαουτίστα Λόπεζ, ο Εουσέμπιο, ο Αιμίλιο και ο Χόρχε Σ. Ρομπλέδο και άλλοι διανοούμενοι της
Τέχνης, που συνέβαλαν στο να ονομαστεί η Σαλαμίνα «Φωτισμένη Πόλη».
«Πάνω από αυτήν την πόλη έχει εμφυσήσει με ορμή το πνεύμα».
Η εκκλησιαστική ιστορία της Σαλαμίνας ξεκινάει από τη στιγμή που ιδρύεται η πόλη. Ωστόσο ο πρώτος ιερέας φαίνεται να κάνει την εμφάνιση του στις 18 Μαρτίου του 1829. Αυτός ήταν ο πατήρ Ραμόν Μαρίν και την ίδια μέρα άνοιξε διαθήκη για τα βιβλία της ενορίας. Ο πάτερ Μαρίν υπήρξε μέλος και πρόεδρος του πρώτου Δημοτικού Συμβουλίου της Σαλαμίνας το 1842, ίδρυσε την πρώτη εκκλησία, το κοιμητήριο, τα σχολικά κτίρια και έθεσε τα θεμέλια για την ηθική και υλική ευημερία του πληθυσμού.
Στις 27 Ιανουαρίου του 1856 έφτασε στην Σαλαμίνα με τον τίτλο του Εφημέριου, ο ιερέας Μανουέλ Κανούτο Ρεστρέπο, ο οποίος ήταν εκλεκτός αντιπρόσωπος στα νομοθετικά σώματα και στις συνεδριάσεις της Γρανάδας, επίσκοπος του Πάστο και υποκόμης στο Τάγμα του Βατικανό. Ο πατήρ Ρεστρέπο ήταν ένας ευφυής άνθρωπος μεγάλης ευρυμάθειας, έξοχος ιεροκήρυκας και ένας από τους πιο αξιομνημόνευτους
ανώτερους κληρικούς της Καθολικής Εκκλησίας της Κολομβίας. Το 1865 έγινε προσωρινός παπάς ο ιερέας Κάρλος Χοσέ Ορτίς.
Τον ίδιο χρόνο άνοιξε μια νέα εποχή ηθικής και υλικής προόδου στην ιστορία της ενορίας, «μια ενίσχυση της πίστης», με την κατασκευή του μεγαλοπρεπούς ναού. Τον Απρίλιο και το Μάϊο του 1876 ανέλαβε το φόρτο των καθηκόντων της ενορίας ο πατήρ Φελίπε Σουάρες, ο οποίος ίδρυσε το νοσοκομείο ευσπλαχνίας Σαν Χουάν ντε Ντιός, που μέχρι σήμερα φέρει το όνομά του. Το Μάιο του 1877 παραχωρήθηκε το αξίωμα του ξένου εφημέριου στον πρεσβύτερο Μπαλτάσαρ Βελέθ. Ο πατήρ Βελέθ επέβαλε στην πόλη την καλλιέργεια των καλών τεχνών και των γραμμάτων, ώστε αργότερα να δοθεί στην Σαλαμίνα ο χαρακτηρισμός «Φωτισμένη Πόλη».
Στις 21 Ιανουάριου του 1881 έφτασε στην Σαλαμίνα από το Ρίο Νέγρο ο πρεσβύτερος Χοακίν Μπάρκο. Στις 22 Απριλίου του 1877 ονομάστηκε Εξομολόγος της Σαλαμίνας από τον Επίσκοπο Μονσενιόρ Μπερνάντο Ερρέρα Ρεστρέπο, απολαμβάνοντας στη συνέχεια την ιδιότητα του. Αργότερα αναγνωρίστηκε από την ενορία του καθεδρικού ναού στις Μανιθάλες. Επέστρεψε αργότερα στη Σαλαμίνα και παρέ-
μεινε παπάς της ενορίας μέχρι τις 12 Δεκεμβρίου του 1912, ημερομηνία του θανάτου του. Για 32 χρόνια υπηρέτησε την ενορία που διαπαιδαγωγήθηκε από τις αρετές του και αφυπνίστηκε από το προοδευτικό και χριστιανικό του πνεύμα. Ο σπουδαίος και όμορφος ναός, το νοσοκομείο της ευσπλαχνίας, το φιλοτεχνημένο νεκροταφείο, ο οίκος φιλανθρωπίας, τα σχολεία και τα κολλέγια, οι αδελφές της Παρουσίας, όλα αυτά και πολλά άλλα οφείλει η Σαλαμίνα στον πάτερ Μπάρκο. Το 1952 ανέγειραν ένα άγαλμα προς τιμή του στη κεντρική πλατεία μπροστά από το ναό της ενορίας.
Το 1985 ανέβηκε στο αξίωμα του ανώτερου κληρικού της Καθολικής Εκκλησίας, με τις τιμές του Πάπα Ιωάννη Παύλου του 2ου, ο Σαλαμίνιος Πρεσβύτερος Λουίς Ενρίκε.
Η Σαλαμίνα βρίσκεται στην Κεντρική Οροσειρά στα 76 χιλιόμετρα από τις Μανιθάλες και στο ύψος των 1775 μέτρων πάνω από το επίπεδο της θάλασσας. Καταλαμβάνει μια επιφάνεια 400,6 τετραγωνικών χιλιομέτρων και η μέση θερμοκρασία της είναι στους 22 βαθμούς κελσίου. Ο πληθυσμός σήμερα είναι 2.300.000 κάτοικοι. Οι δρόμοι της και η αρχιτεκτονική της γενικά (από ξύλο, άχυρο και χώμα) τής έχουν χαρίσει την φήμη Μνημείου Εθνικής και Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς. Επίσης υπήρξε γενέτειρα συγγραφέων και ποιητών. Τα πιο συνηθισμένα πιάτα της είναι η πέστροφα σε όλες της τις εκδοχές, τα αυγά στον ατμό και επίσης τα φημισμένα panderos της Σαλαμίνας.
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ:
Αγριπίνα Μόντες ντε Βάλε, Ποιήτρια, Χουάν Μπαουτίσια Λόπες, Χρονικογράφος, Εμίλιο Ρομπλέδο Κορρέα, Χρονικογράφος, Κυβερνήτης, Ακαδημαϊκός, Χόρχε Σ. Ρομπλέδο, Ποιητής, Ροντρίγκο Χιμένες Μεχία, Χρονικογράφος, Φερνάντο Μεχία Μεχία, Ποιη¬τής, Λεονίδας Αμάϊα, Διηγηματογράφος, Μονσενιόρ Ρούμπεν Ιοάθα Ρεστρέπο, Αρχιεπίσκοπος, Γκιγιέρμο Ιοάθα Μεχία, Κυβερνήτης, Ντανιέλ Ετσεβέρι Χαραμί-γιο, Ποιητής, Γκιγιέρμο Δούκας του Μποτερό, Ιστορικός, Δούκας Χέρμαν Μεχία, Κυβερνήτης, Δούκας Καμίλιο Μεχία, μέλος του Κογκρέσου και Κυβερνήτης, Μπονέλ Πατίνο Νορένα, Ιστορικός και Συγγραφέας, Μάρθα Πατρίσια Ιοάθα Κινιέρο, Ποιήτρια, Ουριέλ Γκιράλντο Αλβάρες, Ποιητής που πήρε μέρος οε διάφορους περιφερειακούς και εθνικούς διαγωνισμούς.
Υ.Γ. Ευχαριστώ την φίλη μου Χριστίνα Μητροπούλου, που έκανε τη μετάφραση από τα ισπανικά.__